ἀφριστής

ἀφριστής
ἀφριστής, οῦ, ,
A foamer, Sch.Il.1.535.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ἀφριστής — foamer masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφρισταί — ἀφριστής foamer masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφριστήν — ἀφριστής foamer masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφριστάς — ἀφριστά̱ς , ἀφριστής foamer masc acc pl ἀφριστά̱ς , ἀφριστής foamer masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χλούνης — ου, ὁ, Α 1. ως επίθ. α) (επικ. τ.) χαρακτηρισμός αγριόχοιρου («ἡ δὲ χολωσαμένη... ὦρσεν ἐπὶ χλούνην σῡν ἄγριον ἀργιόδοντα», Ομ. Ιλ.) β) αυτός που βγάζει αφρούς από το στόμα, ἀφριστής* γ) χλοεύνης* δ) ευνουχισμένος ε) ερημικός 2. ως ουσ. α)… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”